Διατονικό Γένος
Πρώτος, Τέταρτος, Πλάγιος του Πρώτου, Βαρύς, Πλάγιος του Τετάρτου
Χρωματικό Γένος
Δεύτερος, Πλάγιος του Δευτέρου
Εναρμόνιο Γένος
Τρίτος, Βαρύς
Διατονικό Γένος
Πρώτος, Τέταρτος, Πλάγιος του Πρώτου, Βαρύς, Πλάγιος του Τετάρτου
Χρωματικό Γένος
Δεύτερος, Πλάγιος του Δευτέρου
Εναρμόνιο Γένος
Τρίτος, Βαρύς
Ανήκει στο διατονικό γένος. Click
Μία από τις μεγαλύτερες μουσικές μορφές του ΙΗ΄ αιώνα, η τέταρτη πηγή της Βυζαντινής Μουσικής. Γεννήθηκε γύρω στο 1730 στην Πελοπόννησο και συνέψαλλε στην Κωνσταντινούπολη με τον Πρωτοψάλτη Ιωάννη τον Τραπεζούντιο, ως Β΄ δομέστικος. Μετά το θάνατο του Ιωάννου διορίζεται Λαμπαδάριος της Μ.Εκκλησίας με Πρωτοψάλτη τον Δανιήλ. Περισσότερο από οποιονδήποτε μουσικό της εποχής του εξήγησε στη δική του μέθοδο τη μουσική στενογραφία που υπήρχε πριν από την εποχή του. Ερμήνευσε πολλά μαθήματα όπως τα μεγάλα κεκραγάρια του Ιωάννου Δαμασκηνού, αργά Πασαπνοάρια, το “Ανωθεν οι Προφήται” και άλλα πολλά μαθήματα του Οικηματαρίου και του Μαθηματαρίου. Πέθανε το 1777 από πανώλη.
Εργογραφία | |
|
Κατά τους τρεις πρώτους αιώνες, όλος ο χριστιανικός κόσμος δοκιμάζεται σκληρά: οι διωγμοί αναγκάζουν τους πρώτους χριστιανούς να κρύβονται για να μπορέσουν να τελέσουν τη λατρεία τους αλλά και για να εξασφαλίσουν την ίδια τους τη ζωή. Κάτω από αυτές τις συνθήκες λοιπόν δεν ήταν δυνατόν να αναπτυχθεί οποιαδήποτε μορφή τέχνης. Η ιερά υμνωδία είναι λιτή. Χρησιμοποιούνται κυρίως ύμνοι της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.
Κατά την περίοδο αυτή δεν ψάλλουν συγκεκριμένα πρόσωπα αλλά όλοι οι παρόντες στη λατρεία πιστοί. Όπως προαναφέραμε, η υμνωδία ήταν λιτή. Έτσι λοιπόν το εκκλησίασμα μπορούσε να παρακολουθεί το μέλος και κατά συνέπεια να συμψάλλουν τα ιερά άσματα με μία φωνή. Καθώς όμως χρόνο με το χρόνο οι χριστιανοί αυξάνονταν, ήταν δύσκολη η από κοινού ψαλμωδία. Για το λόγο αυτό, καθιερώθηκε από πολύ νωρίς στην Εκκλησία, η τάξη των ψαλτών.
Γενικά, κατά την περίοδο αυτή, τέθηκαν οι πρώτες βάσεις της εκκλησιαστικής μουσικής. Οι κυριότεροι εκπρόσωποί της είναι: ο Ιγνάτιος ο θεοφόρος (+103 μ.Χ.), ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (+220 μ.Χ.) και ο Ωριγένης ο μέγας (+254 μ.Χ.)
Από τη στιγμή που ο Μέγας Κωνσταντίνος έγινε αυτοκράτορας κι ανέδειξε πρωτεύουσά του το Βυζάντιο, νέος άνεμος ελευθερίας άρχισε να φυσά για τους χριστιανούς εκείνης της εποχής: η χριστιανική εκκλησία δε βρήκε μόνο την ειρήνη, αλλά και την προστασία και υποστήριξη εκ μέρους του επίσημου κράτους.
Οι χριστιανοί είναι πλέον ελεύθεροι να τελέσουν τη λατρεία τους. Το εκκλησιαστικό μέλος καλλιεργείται επιμελώς και σημειώνει γρήγορη εξέλιξη. Το υμνολόγιο πλουτίζεται με νέους ύμνους. Η άλλοτε πτωχή μουσική επένδυση των τριών πρώτων αιώνων, γίνεται πιο σύνθετη και παρουσιάζει μεγαλύτερες τεχνικές απαιτήσεις. Διακρίνονται, έτσι, οι τέσσερις κύριοι ήχοι και εμφανίζονται τα ειρμολογικά μέλη κι έπειτα τα στιχηραρικά
Η εκκλησία κατά την περίοδο αυτή, παρά την εξωτερική γαλήνη, αντιμετωπίζει εσωτερικές αναταραχές από τις αιρέσεις. Εκτός από τα άλλα μέσα που χρησιμοποιούσαν οι αιρετικοί για να διαδώσουν τις δοξασίες τους, χρησιμοποιούσαν και μουσική, που δεν ταίριαζε με το ύφος της εκκλησίας. Έτσι λοιπόν οι μεγάλοι πατέρες της εκκλησίας όπως ο Αθανάσιος ο μέγας (295 – 373 μ.Χ.), ο Εφραίμ ο Σύριος (306 – 378), ο Βασίλειος ο μέγας (330 – 379), ο Ιωάννης ο Χρισόστομος (344 – 407 μ.Χ.), καταβάλλουν πολλές προσπάθειες για τη τεχνικότερη διαμόρφωση της εκκλησιαστικής μουσικής.
Στη Δύση τεχνικότερο μέλος εισήγαγε ο Αμβρόσιος, επίσκοπος Μεδιολάνων. Το Αμβροσιακό μέλος, είχε ως βάση του τους τέσσερεις ήχους της ελληνικής μουσικής, δώριο, φρύγιο, λύδιο και μιξολύδιο .
Δύο αιώνες αργότερα, αναφαίνεται στη Δύση νέος διαμορφωτής της εκκλησιαστικής μουσικής, ο άγιος Γρηγόριος ο διάλογος, πάπας Ρώμης (540 – 604 μ.Χ.) που εισήγαγε τους τέσσερις πλαγίους ήχους. Στον ίδιο δε αποδίδεται και η εισαγωγή του στιχηραρικού είδους στην εκκλησιαστική υμνωδία
Κατά την περίοδο αυτή, που χρονολογικά εκτείνεται μέχρι το τέλος του Ζ΄ αιώνα, παρατηρούμε μεγάλη άνθιση της εκκλησιαστικής μουσικής. Οι περισσότεροι υμνογράφοι ήταν συγχρόνως και μουσικοί και συνθέτες του μέλους. Εκτός από αυτούς που προαναφέραμε σπουδαιότεροι είναι: Κύριλλος πατριάρχης Ιεροσολύμων (+386 μ.Χ.), Ρωμανός ο μελωδός (ΣΤ΄ αιώνας), ο Ανδρέας επίσκοπος Κρήτης (Ζ΄ αιώνας) κ.α.
Η εκπαίδευση των ψαλτών γινόταν σε ειδικές σχολές. Επί Θεοδοσίου του αυτοκράτορος (τέλη Δ΄ αιώνος) αναφέρεται ότι στην Κωνσταντινούπολη εδίδασκαν την εκκλησιαστική μουσική, διδάσκαλοι της μουσικής. Κατά την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (482 – 565 μ.Χ.) ο ναός της του Θεού Σοφίας είχε 25 ιεροψάλτες, εκτός αυτών δε και 100 αναγνώστες οι οποίοι βοηθούσαν στην ψαλμωδία. Το χορό των ιεροψαλτών διηύθυνε ο πρωτοψάλτης, που χρησιμοποιούσε τη λεγόμενη χειρονομία. Η χειρονομία, που ήταν σε χρήση μέχρι τα μέσα περίπου του ΙΖ΄ αιώνα, εγίνετο με διάφορες κινήσεις του δεξιού χεριού και έδειχνε, συνήθως, το σύνθημα της έναρξης και της παύσης της ψαλμωδίας, καθώς επίσης τον τρόπο εκτέλεσης και το ρυθμό του άσματος.
Στην Οκτώηχο, σώζονται οι παρακάτω στίχοι που εκφράζουν το ήθος του ήχου:
Οπλιτικής φάλαγγος οικείον μέλος,
ο του βάρους συ κλήσιν ειληφώς φέρεις.
Ήχον τον απλούν, τον βάρους επώνυμον,
ο τους λογισμούς εν βοαίς μισών φιλεί.
Ανδρών δε άσμα δευτερότριτε βρέμεις.
Ων ποικίλος δε, τους απλούς έχεις φίλους.
Δηλαδή: Εσύ που φέρεις την ονομασία του βάρους, έχεις μέλη που θυμίζουν στρατιωτική φάλαγγα. Αυτόν τον ήχο τον απλό, τον επονομαζόμενο βαρύ, ιδιαίτερα αγαπούν όσοι αποστρέφονται τις σκέψεις και έννοιες, που εκφέρονται με φωνές και κραυγές. Άσμα σοβαρό, που αρμόζει σε άνδρες αποδίδεις εσύ με σοβαρότητα, ο δεύτερος εναρμόνιος ήχος μετά τον τρίτο. Κι ενώ έχεις μέλη διάφορα, και εναρμόνια αλλά και διατονικά, εντούτοις φίλοι σου είναι οι απλοί άνθρωποι, που αγαπούν την απλότητα στο μέλος.
Ο βαρύς, όπως και ο τρίτος ήχος, δεν είναι πλούσιος σε μέλη. Ως χαρακτηριστικά μέλη, που ψάλλονται στο βαρύ ήχο αναφέρουμε ενδεικτά παρακάτω: το ζ΄ εωθινό δοξαστικό, το αργό Κεκραγάριο του Ιακώβου, η πεντάφωνος εκ του Ζω δοξολογία, η επτάφωνος εκ του Ζω δοξολογία του Δανιήλ Πρωτοψάλτου, Χερουβικά και Κοινωνικά του Πέτρου και Γρηγορίου, κ.τ.λ.
Ο ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΓΡΑΦΟΣ 2.0 είναι ένα νέο σύστημα γραφής της Βυζαντινής Μουσικής Σημειογραφίας στον Η/Υ. Έχει δημιουργηθεί από τον Δρ. Γκεζερλή Γ. Βελισσάριο, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Τμήμα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών. | |
Ο ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΓΡΑΦΟΣ 2.0είναι ένα πρόγραμμα το οποίο τρέχει σε προσωπικό υπολογιστή (PC όχι Macintosh) που προϋποθέτει την ύπαρξη λειτουργικού συστήματος WINDOWS Xp, Vista, 7 και τον γνωστό επεξεργαστή κειμένου Microsoft Word 2000/Xp/2003/2007/2010 (Αγγλική ή Ελληνική έκδοση).
Ανήκει στο διατονικό γένος.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΑΓΙΟ ΤΟΥ ΤΕΤΑΡΤΟΥ
ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΤΟΥ ΗΧΟΥ
Νη Πα Βου Γα Δι Κε Ζω Νη΄
9/8 10/9 16/15 9/8 9/8 10/9 16/15
Νη Πα Βου Γα Δι Κε Ζω Νη΄
12 9 7 12 9 7 12
Η Φωκαέας χρησιμοποιεί την ίδια κλίμακα με τον Χρύσανθο
Νη Πα Βου Γα Δι Κε Ζω Νη΄
12 11 7 12 12 11 7
Νη Πα Βου Γα Δι Κε Ζω Νη΄
12 12 6 12 12 12 6
Νη Πα Βου Γα Δι Κε Ζω Νη΄
12 9 7 12 12 9 7
Νη Πα Βου Γα Δι Κε Ζω Νη΄
12 10 8 12 12 10 8
12 10 8 12 8 14 8
8 14 8 12 12 10 8
Στην Οκτώηχο, σώζονται οι παρακάτω στίχοι που εκφράζουν το ήθος του ήχου:
Ήχων σφραγίς τέταρτε συ των πλαγίων,
ως εν σεαυτώ παν καλόν μέλος φέρων.
Ανευρύνεις συ τους κροτούς των ασμάτων
ήχων κορωνίς ως υπάρχων και τέλος.
Ως άκρον εν φθόγγοις τε και φωνών στάσει
άκρον σε φωνής δις σε καλώ και τέλος.
Δηλαδή: Εσύ ο τέταρτος μεταξύ των πλαγίων, είσαι το επισφράγισμα όλων των ήχων, γιατί στις μελωδίες σου περιλαμβάνεις κάθε τι το ωραίο. Εσύ δίνεις έκταση και ευρύτητα στις ζωηρές φωνές των ασμάτων και είσαι η κορωνίδα και το τέλος όλων των ήχων. Και επειδή κατέχεις τα άκρα σε ό,τι αφορά τους υψηλούς τόνους, αλλά και τις καταλήξεις και τη στάση της φωνής, για το λόγο αυτό σε ονομάζω δυό φορές άκρο της φωνής και τέλος των ήχων.
Στον Πλάγιο του Τετάρτου ανήκουν πολλά μέλη. Μερικά χαρακτηριστικά τροπάρια είναι: “Ω του παραδόξου θαύματος”, “Την σοφίαν και λόγον”, “Το προσταχθέν μυστικώς”. Επίσης πολλά έντεχνα μέλη όπως: το δίχορο αργό μάθημα “Τη υπερμάχω”. Τα Ανοιξαντάρια και το Μακάριος ανήρ, της ακολουθίας του εσπερινού. Το δοξαστικό της Μεγάλης Τρίτης “Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις” του Πέτρου Λαμπαδαρίου, κ.α.